Υπήρξαν ποτέ αυτοί οι άνθρωποι; Πριν από πόσους αιώνες έζησαν; Πώς τα κατάφεραν και κράτησαν τη ζωή τους τόσο απλόχωρη ώστε να συγκατοικεί το παρόν τους με το παρελθόν και το μέλλον, χωρίς διαγωνισμούς ή διαζεύξεις; Πώς κατόρθωσαν να γλυκάνουν και να χαρούν αισθήματα που σήμερα φαίνονται βαριά και απαξιωμένα, να λυτρώνονται μέσα από την ευθύνη και το καθήκον στον εαυτό τους και στους άλλους, ν’ αγαπούν την Τέχνη και τον τόπο τους, την αξιοπρέπεια και την ελευθερία; Πώς δεν φοβήθηκαν να είναι γενναιόδωροι, ανοιχτοί, συλλογικοί και ονειροπόλοι;
Από τότε που έζησαν οι Κατακουζηνοί και οι φίλοι τους “η θρυλική γενιά του ’30” οι ζωές των ανθρώπων εδώ στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη μίκρυναν. Μίκρυναν τόσο, που πια δεν χωρούν τίποτα και κανέναν άλλον εκτός από έναν εαυτό, φοβισμένο και έτοιμο να συμβιβαστεί με το χείριστο… Κι ας μην πέρασαν αιώνες από τότε, κι ας περπατάμε δίπλα στα ίχνη τους. Σιγά σιγά, αδιόρατα θα έλεγε κανείς, γίναμε εχθροί με ό,τι μας περιέχει, ό,τι μας προσανατολίζει, ό,τι πλουτίζει τη διαφορά μας. Αντικαταστήσαμε το κέρδος του ονείρου με το όνειρο του κέρδους.
Το βιβλίο της Λητώς Κατακουζηνού δεν είναι ένας τουριστικός οδηγός ξενάγησης σε έναν νεκρό κόσμο. Η ανεπιτήδευτη αφήγηση της Λητώς ζωντανεύει όχι μόνο στιγμές, χρόνια, γεγονότα και πρόσωπα ιστορικά, αλλά κυρίως αξίες και έργα που σήμερα περισσότερο από ποτέ χρειαζόμαστε να φωτίσουν το επόμενο βήμα μας, τα μεγάλα μας όχι και τις μικρές μας καταφάσεις. Στην πραγματικότητα αφηγείται πώς μια ολόκληρη γενιά Ελλήνων κατέκτησε την αυτοεκτίμησή της μέσα από βουνά δυσκολιών, ταξιδεύοντας στις πιο δύσκολες θάλασσες της Ιστορίας, με όπλα και κίνητρα τη δημιουργικότητα, την αγάπη, την αυθεντικότητα και την ανεκτικότητα. Αυτός ο αγώνας υπήρξε πολλές φορές άνισος, αλλά όσες φορές κερδήθηκε, ήταν γιατί υπήρξε πείσμα και ισχυρή θέληση από τους πρωταγωνιστές του, για μια ζωή που να μην είναι στενή, μικρόψυχη και καθ’ υπόδειξη.
Ο Βαλής και η Λητώ Κατακουζηνού δεν απέκτησαν παιδιά. Η ζωή, η σχέση τους, οι φίλοι τους, η δράση τους και το σπίτι-Ίδρυμά τους, υπήρξαν τα παιδιά τους. Η Σοφία Πελοποννησίου και ο Γιώργος Μαγγίνης, μαζί και τα υπόλοιπα μέλη του Δ. Σ. του Ιδρύματος, υιοθέτησαν αυτά τα παιδιά, τα φρόντισαν και τα προστάτευσαν, τα βοήθησαν να επιζήσουν ως μάρτυρες μιας Ελλάδας που οφείλουμε και εμείς με τη σειρά μας να διασώσουμε από τις γελαστές ύαινες που έχουν πλησιάσει το τραυματισμένο της σώμα αυτή την εποχή.
Τους ευχαριστούμε που εμπιστεύτηκαν στη “Μικρή Άρκτο” την επανέκδοση του βιβλίου αυτού. Θεωρούμε μεγάλη μας τιμή και χαρά να κοσμεί τον κατάλογό μας. Την ίδια χαρά και τιμή νιώθουμε κι όποτε μας δίνεται η ευκαιρία, μέσα από εκδηλώσεις και δραστηριότητες στο σπίτι-μουσείο των Κατακουζηνών, να προσθέτουμε τα όνειρά μας σε όσα πέρασαν από εκεί κι ακόμη το κατοικούν.
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας προσφέρει μια καλύτερη εμπειρία περιήγησης. Με την περιήγηση σε αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies από εμάς.