Σ’ ένα βιβλίο που διαβάζεται σαν το μυθιστόρημα των Βαλκανίων του εικοστού πρώτου αιώνα, ο μεγάλος Σέρβος κινηματογραφιστής αφηγείται, για πρώτη και μοναδική ίσως φορά, τη ζωή του, και στήνει ολοζώντανο μπροστά στα μάτια μας, με μια δύναμη που απηχεί και συναγωνίζεται τη δύναμη της κινηματογραφικής του ματιάς, έναν ολόκληρο κόσμο, σημαδεμένο από τον πόλεμο και την ιστορία.
“Στις απότομες πλαγιές της Γκόριτσα. όπου έμεναν οι παιδικοί μου φίλοι, τα δραματικά γεγονότα διαδέχονταν το ένα το άλλο. Άρχισε ένας πόλεμος νέου τύπου. Στο Σαράγεβό μου, στην Γκόριτσα μου που ήξερα πέτρα προς πέτρα. Στην κορυφή του λόφου οι αναστεναγμοί μου φτερουγίζουν σαν πεταλούδες της νύχτας, ενώ στα απότομα σκαλιά, όπου έκανα εξάσκηση στην ταχύτητα του κοσμοναύτη και στη βραδύτητα του ερωτευμένου, κυλούν αδιάκοπα μπάλες. Κι εγώ δεν έπαψα ποτέ να τρέχω πίσω τους…”
“Αυτό το μπαρόκ μωσαϊκό είναι η αυτοβιογραφία του, τόσο υπέροχα βαλκανική όσο και ο τίτλος της…”
“Le Figaro”
“Στη ζωή μου πέρασα από όλα τα δράματα που βρίσκουμε στα μεγάλα μυθιστορήματα, μας λέει ο Κουστουρίτσα σ’ αυτή την αυτοβιογραφία που περιγράφει με τρυφερότητα και βάθοςτην πορεία του από τα παιδικά του χρόνια στο Σαράγεβο ως τους δύο Χρυσούς Φοίνικες στις Κάννες. Μακριά από την εικόνα της επιτυχίας και της χλιδής, η μαρτυρία του είναι εκείνη ενός ανθρώπου τρυφερού και εξεγερμένου. Ο πόλεμος, που σάρωσε τη Γιουγκοσλαβία, είναι πανταχού παρών…”
(“L’ Expansion”)
“Γι’ αυτόν τον αμφιλεγόμενο επαναστάτη, τον ποιητή της εικόνας που μεταφέρει τους κλυδωνισμούς της πατρίδας του στις ταινίες του, με υπερβολή και καθαρή συγκίνηση ταυτόχρονα, όλα είναι πολιτική. Και τα Βαλκάνια τραγικό πεδίο της…”
(“Le Journal du Dimanche”)
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας προσφέρει μια καλύτερη εμπειρία περιήγησης. Με την περιήγηση σε αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies από εμάς.