Η διαμαντοφορούσα εβένικη νύκτα και η μυστηριώδης σκοτεινή θάλασσα, που ξεχώριζε απ’ το ουράνιο στερέωμα μονάχα με τα μικρά κάτασπρα κυματάκια της, που ψιθυρίζοντας το παραμύθι της αγάπης, χάιδευαν από παντού τη γραφική ταβερνούλα, έκανε τα μάγια της. σ’ ακόμη ένα ταιριαστό ζευγάρι.
Το μέλλον υποσχόταν πολλές χαρές, προσωπικές, οικογενειακές, αλλά και χαρές που θα μοιράζονταν μ’ άλλους ανθρώπους που πίστευαν κι αυτοί στις δικές τους αρχές και ιδανικά. Γιατί αυτά ήταν που ένωσαν τους δύο νέους. Οι κοινοί στόχοι η εγκράτεια, η φρονιμάδα και η μεγάλη τους αγάπη για τον τόπο τους και τις οικογένειες τους.
Ήταν μία νύκτα μαγική, ο αέρας μύριζε θάλασσα κι ο φλοίσβος των κυμάτων αντηχούσε γλυκά στ’ αυτιά των καλεσμένων και σαν το τραγούδι των σειρήνων, προσπαθούσε να σαγηνεύσει τον κόσμο και να τον αιχμαλωτίσει εκεί. Το φεγγαρόφωτο φώτιζε τη θάλασσα με το χρυσασημένιο του χρώμα, που ‘ σμιγε με τα πολύχρωμα λαμπιόνια που στόλιζαν το πλοίο. ‘Ενα έντονο συναίσθημα πλημμύριζε την καρδιά των αποδήμων.