Ο εκπαιδευόμενος οδηγός δεν γνωρίζει τι σημαίνει οδήγηση, γι’ αυτό και εκπαιδεύεται. O εκπαιδευτής πρέπει να του δώσει τα εφόδια για να τα καταφέρει, να μάθει σωστά τους κανόνες του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, ώστε να μην κινδυνεύσει στην υπόλοιπη ζωή του.
Ο λόγος που ένας άνθρωπος ασκεί το επάγγελμα του εκπαιδευτή, είναι για να κάνει τον μαθητευόμενο ίσο και καλύτερο οδηγό. Πρέπει όταν ο μαθητής υποπίπτει σε λάθη, το έργο του εκπαιδευτή να είναι υποδειγματικό και καθοδηγητικό, χωρίς να υποτιμά τον μαθητή, ώστε να δεχθεί κι εκείνος με τη σειρά του τις παρατηρήσεις και το γεγονός ότι κάνει λάθη.
Καθώς ο εκπαιδευόμενος μαθαίνει κάτι, το μυαλό του δέχεται ερεθίσματα. Ακόμα και αν ο μαθητής νομίζει ότι θα ξεχάσει αυτά που μαθαίνει σε διάφορες καταστάσεις, οι απαντήσεις θα έρχονται μέσα από τις δικές του μετέπειτα πρωτοβουλίες οδήγησης. Γι’ αυτό και η συνεισφορά του εκπαιδευτή οδήγησης είναι ανεκτίμητη και θα πρέπει, κατά τη διάρκεια της θεωρητικής και πρακτικής εκπαίδευσης, να αναπτύσσεται μια σχέση εμπιστοσύνης και ασφάλειας μεταξύ δασκάλου και μαθητή, με τελικό ζητούμενο την ασφαλή και συνεπή οδήγηση. Η πρόληψη των ατυχημάτων είναι η πιο σημαντική προσφορά του εκπαιδευτή στον μελλοντικό οδηγό και γενικότερα στο κοινωνικό σύνολο.
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας προσφέρει μια καλύτερη εμπειρία περιήγησης. Με την περιήγηση σε αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies από εμάς.